Πόσο ήταν;
22 χρόνων. Πήδηξε αγκαλιά με το μωρό της από το μπαλκόνι. Σκοτώθηκαν. Ήταν Κινέζα.
Και ξαφνικά στην επαρχιακή πόλη όταν μιλούν για τους Κινέζους, μιλούν για ανθρώπους.
Πίσω από τις τζαμαρίες των μαγαζιών τους, από τις κρεμάστρες με τα φτηνά ρούχα, πίσω από τα σπασμένα ελληνικά τους, ποιός έβλεπε αισθήματα;
Κινέζοι. Εικόνα. Μηχανές;
Κι αυτοί, ποτέ έξω. Ποτέ στις Λαϊκές. Ποτέ στα καφέ. Ούτε στα σουβλατζίδικα. Ούτε τα παιδιά τους στα σχολεία. Ούτε παρέες. Ούτε καν βόλτα. Ο κόσμος τους, το μαγαζί τους. Εξαφανισμένοι μετά το ωράριο αγοράς.
Τόσα χρόνια δίπλα μας. Αγοράζουμε, πληρώνουμε, σχολιάζουμε από μέσα μας τα σχιστά τους μάτια, τους μιλάμε αλλιώτικα απ` ό,τι στους δικούς μας, κοντοστεκόμαστε μέχρι να καταλάβουμε τα σπαστά «ελληνικά» τους και φεύγουμε με την πλαστική σακούλα, συχνά χωρίς απόδειξη.
«Ντεν κάνι ατό τι νούμιρο»…. Κινέζοι. Δεν ενσωματώθηκαν ποτέ στον πληθυσμό της πόλης. Κι ας κοντεύουν 15 χρόνια που πρωτοήρθαν. Ήρθαν, έφυγαν, ήρθαν άλλοι. ..
Μόλις τα παιδιά τους φτάνουν σε ηλικία σχολείου, την κάνουν. Πού πάνε; Γιατί δεν κάνουν παρέες με τους ντόπιους; Γιατί δεν ξοδεύουν; Γιατί δεν βγαίνουν για καφέ;
Μόνο εισπράττουν; Είναι φτηνοί σαν το εμπόρευμά τους;
Αυτοκτόνησε η νεαρή μητέρα. Έπεσε στον ακάλυπτο. Μόνο ο γδούπος του σώματός της ακούστηκε, λένε. Σιωπηλή και στην πτώση της. Συνεπής.
«Φιλήσυχο ζευγάρι» είπαν οι γείτονες. Σάμπως είχαν σχέσεις μαζί τους; Μια κουτσή καλημέρα μπορεί.
Έπεσε από το μπαλκόνι με το μωρό της. Άφησε πίσω το άλλο της παιδί και τον άντρα της. Ένας 25χρονος και ένας 3χρονος θα μείνουν να κλαίνε αυτή και το 4 μηνών κοριτσάκι που πήρε μαζί της.
Επιλόχειος κατάθλιψη; Ποιος θα πει γιατί έγινε;
Στις παρέες μιλούν για «την Κινέζα που αυτοκτόνησε με το μωρό της».
Οι Κινέζοι της πόλης από αόρατοι, έγιναν «οι άνθρωποι δίπλα μας». Μια αυτοκτονία ξεσκέπασε αισθήματα, σχέσεις, κόσμους.
Η τραγωδία τράβηξε μια κουρτίνα.
22 χρόνων. Πήδηξε αγκαλιά με το μωρό της από το μπαλκόνι. Σκοτώθηκαν. Ήταν Κινέζα.
Και ξαφνικά στην επαρχιακή πόλη όταν μιλούν για τους Κινέζους, μιλούν για ανθρώπους.
Πίσω από τις τζαμαρίες των μαγαζιών τους, από τις κρεμάστρες με τα φτηνά ρούχα, πίσω από τα σπασμένα ελληνικά τους, ποιός έβλεπε αισθήματα;
Κινέζοι. Εικόνα. Μηχανές;
Κι αυτοί, ποτέ έξω. Ποτέ στις Λαϊκές. Ποτέ στα καφέ. Ούτε στα σουβλατζίδικα. Ούτε τα παιδιά τους στα σχολεία. Ούτε παρέες. Ούτε καν βόλτα. Ο κόσμος τους, το μαγαζί τους. Εξαφανισμένοι μετά το ωράριο αγοράς.
Τόσα χρόνια δίπλα μας. Αγοράζουμε, πληρώνουμε, σχολιάζουμε από μέσα μας τα σχιστά τους μάτια, τους μιλάμε αλλιώτικα απ` ό,τι στους δικούς μας, κοντοστεκόμαστε μέχρι να καταλάβουμε τα σπαστά «ελληνικά» τους και φεύγουμε με την πλαστική σακούλα, συχνά χωρίς απόδειξη.
«Ντεν κάνι ατό τι νούμιρο»…. Κινέζοι. Δεν ενσωματώθηκαν ποτέ στον πληθυσμό της πόλης. Κι ας κοντεύουν 15 χρόνια που πρωτοήρθαν. Ήρθαν, έφυγαν, ήρθαν άλλοι. ..
Μόλις τα παιδιά τους φτάνουν σε ηλικία σχολείου, την κάνουν. Πού πάνε; Γιατί δεν κάνουν παρέες με τους ντόπιους; Γιατί δεν ξοδεύουν; Γιατί δεν βγαίνουν για καφέ;
Μόνο εισπράττουν; Είναι φτηνοί σαν το εμπόρευμά τους;
Αυτοκτόνησε η νεαρή μητέρα. Έπεσε στον ακάλυπτο. Μόνο ο γδούπος του σώματός της ακούστηκε, λένε. Σιωπηλή και στην πτώση της. Συνεπής.
«Φιλήσυχο ζευγάρι» είπαν οι γείτονες. Σάμπως είχαν σχέσεις μαζί τους; Μια κουτσή καλημέρα μπορεί.
Έπεσε από το μπαλκόνι με το μωρό της. Άφησε πίσω το άλλο της παιδί και τον άντρα της. Ένας 25χρονος και ένας 3χρονος θα μείνουν να κλαίνε αυτή και το 4 μηνών κοριτσάκι που πήρε μαζί της.
Επιλόχειος κατάθλιψη; Ποιος θα πει γιατί έγινε;
Στις παρέες μιλούν για «την Κινέζα που αυτοκτόνησε με το μωρό της».
Οι Κινέζοι της πόλης από αόρατοι, έγιναν «οι άνθρωποι δίπλα μας». Μια αυτοκτονία ξεσκέπασε αισθήματα, σχέσεις, κόσμους.
Η τραγωδία τράβηξε μια κουρτίνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου